Είμαι εδώ και είσαι εδώ και σύ. Σε μια μικρή γωνιά του κόσμου. Τυχαία. Εντελώς τυχαία.
Τι φταίει; Η απελπισία μου; Ο φόβος μου πως στη ζωή μου θα επικρατεί για πάντα αταξία; Εχεις ένα γλυκό και ντροπαλό χαμόγελο. Δεν ακούγεσαι ούτε γίνεσαι έυκολα αισθητός. Δείχνεις ένας γλυκός άνθρωπος, σιωπηλός. Προσπαθώ ακόμα να σε πλησιάσω. Το βλέπεις. Να αγγίξω το πρόσωπό σου, να δω αν σπάει ή αν λυγίζει σαν εκείνη την πορσελάνινη κούκλα που είχε η μαμά διακοσμητική στο παλιό σπίτι.
Τι φταίει; Η απελπισία μου; Ο φόβος μου πως στη ζωή μου θα επικρατεί για πάντα αταξία; Εχεις ένα γλυκό και ντροπαλό χαμόγελο. Δεν ακούγεσαι ούτε γίνεσαι έυκολα αισθητός. Δείχνεις ένας γλυκός άνθρωπος, σιωπηλός. Προσπαθώ ακόμα να σε πλησιάσω. Το βλέπεις. Να αγγίξω το πρόσωπό σου, να δω αν σπάει ή αν λυγίζει σαν εκείνη την πορσελάνινη κούκλα που είχε η μαμά διακοσμητική στο παλιό σπίτι.
Πορσελάνινη ψυχή.
Ένας μπαμπάς με σάρκα και οστά να ρωτάει το παιδάκι του αν έφαγε. Ένας μπαμπάς έτοιμος να δώσει όλη του την αγάπη σε μια αγνή ψυχή που μόλις διαπλάθεται. Το χαμόγελο σου μοιάζει με αυτό των μεγάλων που κοιτούν ένα μωράκι στα μάτια. Άραγε βλέπουν τίποτα ή απο αμηχανία χαμογελούν;
Άραγε βλέπεις τίποτα;
Νιώθω την ανάγκη να σου μιλήσω. Κάπως σαν να είμαι σίγουρη πως εσύ θα με καταλάβεις. Και όλοι μου λένε πως μόλις εγώ ήρθα εσύ θα φύγεις. Όλοι μου λένε πως θα φύγεις.
Και εδώ θα μείνει μια αρρώστια.
Η αρρώστια με το παγωμένο βλέμμα τα ξημερώματα έξω απο το αστυνομικό τμήμα. Δήθεν αλληλεγγύη. Η αρρώστια είναι πάντα δήθεν. Οι κινήσεις της, τα βλέμματά της, το παγωμένο βλέμμα της, η ησυχία της. Είναι πάντα ίδια. Η αρρώστια έχει παγωμένα μάτια, παγωμένο χαμόγελο και κινείται νωχελικά και σιγανά έξω απο το αστυνομικό τμήμα. Κατα λάθος κάποτε η αρρώστια ήταν εδω δίπλα μου. Η αρρώστια έβαλε στόχο να με αρρωστήσει. Η αρρώστια θα είναι αρρώστια για όσο θέλει αυτή.
Ίσως ο μπαμπάς σου και σενα να μην σου έδειξε την αγάπη του όσο θα ήθελες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου